25 Ιουλίου 2014

Τι την ήθελες την Μύκονο Καλλιόπη;;;


23 Ιουλίου 2014 του Άρη Δαβαράκη

Το πρώτο –δημοσιευμένο - κείμενο που έγραψα για την Μύκονο λοιπόν, δεν θα το πιστέψετε, αλλά έχει ημερομηνία «καλοκαίρι 1969». Πόσα χρόνια πίσω; Σαράντα πέντε ακριβώς. Στο περιοδικό του σχολείου μου, του Ι. Μ Παναγιωτόπουλου, το «Έργα και Ημέρες» του σχολικού έτους 1969-1970. Συντακτική επιτροπή τετραμελής: Ανδρέας Βγενόπουλος, Άρης Δαβαράκης, Γιάννης Γαβριήλ και Θάνος Τζαβέλλας. Αντιγράφω το φινάλε μου: «Οι δεκαπέντε μέρες στη Μύκονο πέρασαν γρήγορα χωρίς την αίσθηση της πραγματικότητας. Στη Μύκονο είσαι εσύ και δεν είσαι. Αν έβλεπες σε ταινία τη ζωή σου εκεί θ’ αναρωτιόσουν πως είναι δυνατόν να υπάρχουν δύο τόσο διαφορετικοί «εαυτοί» σου. Σαν μπαίνεις στη βαρκούλα για να φτάσεις το πλοίο που θα σε πάει πίσω, αισθάνεσαι μια περίεργη θλίψη. Η Μύκονος σε έχει κάνει δικό της…» Δεν ήταν βέβαια η πρώτη μου φορά στο νησί. Είχα πρωτοπάει με τους γονείς μου το 65 – αλλά ήμουνα μόνο 12 και δεν με «παίζανε» οι τριανταπεντάρηδες «μεγάλοι», οι γονείς μου και οι παρέες τους. Με βάζανε για ύπνο πριν πάνε για τα πρώτα drinks στο «SevenSins» και προχωρήσουνε για τα υπόλοιπα. Ξαναπήγα το '66 με τη Φρόσω και την Ζέτα και τον Άρη τον Δερμιτζάκη. Το '67 με τον Μίλτο –τότε πρωτοέμεινα στον «Κουνενή», στα τρία Πηγάδια. Το '68 με τα ξαδέρφια μου, τον Γιώργο και τον Ζαχαρία – και μαζί τους πρωτομπήκα στις «9 Μούσες» του Κώστα Ζουγανέλη που ήταν κάτι μυθικό για μένα. Δεν θα ξεχάσω την Λία Μελετοπούλου (του «Μικρού Χορευτικού Θεάτρου») να χορεύει μόνη της αυτοσχεδιαστικά το τραγούδι του Georges Moustaki «Le Métèque» - αποσπώντας το δυνατό χειροκρότημα όλων των θαμώνων και του προσωπικού. Από το '70 και μετά την έβγαζα σχεδόν όλο το καλοκαίρι στη Μύκονοαφού ο «κολλητός» μου ήτανε πια ο Τάσος Μελετόπουλος, ο μεγαλύτερος γυιός της Λίας και του Αλέκου, οι οποίοι φιλοξενούσανε στο πανέμορφο σπίτι τους στην πλατεία Αγίας Κυριακής τους φίλους των παιδιών τους με αγάπη –και χιούμορ - και ανεκτικότητα πραγματικά γενναιόδωρη. Κι όπως περνούσανε τα χρόνια«καλοκαίρι» σήμαινε Μύκονο και πραγματικά δεν μπορώ να μετρήσω πόσες φορές έχω πάει στο νησί – πάνω από εκατό φορές πάντως και λίγες λέω. Σας προέταξα όλη αυτή την εισαγωγή για να σας δικαιολογηθώ που, εντάξει, όπως και να το κάνουμε, τσίμπησα κι’ εγώ μ’ αυτό το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο protagon και μετά απεσύρθη γιατί η κοπελιά που το έγραψε δεν άντεξε την πίεση – και τάπαιξε. Κάτι έμεινε στο twitter όμως και ενημερωθήκαμε όλοι από κάποιον που πρόλαβε να φωτογραφήσει το κείμενο πριν αποσυρθεί εντελώς. Η Καλλιόπη Θεοδωροπούλου που το έγραψε και το έστειλε στους «Αναγνώστες» του protagon, δεν είχε καταλάβει καθόλου πού πήγε και έμπλεξε. Μέσα σ’ αυτά τα 50 σχεδόν χρόνια που εγώ πάω κι’ έρχομαι στο πολυαγαπημένο αυτό νησί της εφηβείας και των μεγάλων, παθιασμένων αισθημάτων, έχουν έρθει κυριολεκτικά τ’ απάνω κάτω.Highways και καινούργια λιμάνια, διεθνές αεροδρόμιο, δόμηση τόσο πυκνή πια που, πετώντας από πάνω, βλέπεις ένα νησί ντυμένο στ’ άσπρα, έτσι όπως είναι παντού πια χτισμένο κι’ ασβεστωμένο – για να κρατάει το «χρώμα» του, όσο είναι δυνατόν. Η Μύκονος έχει γίνει πια ένας διεθνής προορισμός από μόνη της και, όπως ήταν φυσικό, θυσίασε την φυσική της ομορφιά και την χαλαρή της αθωότητα που μας επέτρεπε να κάνουμε μπάνιο γυμνοί όπου θέλαμε (στην Ελιά κυρίως και στην Παράγκα, στον Πάνορμο και τον άγιο Σώστη) στην απόφασή της να προσαρμοστεί στις ανάγκες μιας άλλης εποχής. Τώρα οι «πελάτες» της δεν είναι πια σχεδόν όλοι γνωστοί μεταξύ τους, είναι όλες οι φυλές του Ισραήλ αλλά και όλες οι φυλές της Ελλάδας. Η δεκαετία του '80 και αυτή του '90 (κυρίως) έφερε στο νησί έναν τουρισμό που νόμιζε ότι στα καλντερίμια θα ξεχωρίσεις αν ισορροπείς πάνω σε ψηλοτάκουνες γόβες, κρατώντας μία Luis Vuitton και μια πασμίνα (για τα μελτέμια). Η χαλαρή ξυπολησιά και η βραδινή έξοδος με τ’ αλάτια απ’ το κολύμπι και το λάδι της ηλιοθεραπείας ως κυρίως αξεσουάρ, ξεπεράστηκε. Ορδές κατέκλυσαν το όμορφο νησί και εκατοντάδες κλαμπ με φριχτό δυνατό ήχο άρχισαν να γκαζώνουν αγριεμένα. Χτίστηκαν ξενοδοχεία και ξενοδοχειάρες και boutique ξενοδοχειάκια και στην πλαζ, πρώτη σειρά κύμα, εμφανίστηκαν οι πρώτες παγωμένες σαμπάνιεςμέσα στις σαμπανιέρες τους, ακουμπισμένες δίπλα στην ομπρέλα. Φυσικά για τους «παλιούς» και τα παιδιά τους ή τα εγγόνια τους, όλα αυτά ήταν πολύ δυσάρεστα – αλλά τι να γίνει, κανείς δεν μπορεί να παγώσει τον χρόνο και να κρατήσει τη ζωή ακίνητη στα πλάνα και τις εικόνες που του αρέσουν. Η σημερινή Μύκονος είναι σαν το Χόνγκ-Κόνγκ, ούτε αποφεύγεται ούτε την ερωτεύεσαι (εκτός αν την έχεις ερωτευτεί, όπως εγω, από παλιά). Τώρα τι έπαθε και ξέσπασε έτσι η κ. Καλλιόπη Θεοδωροπούλουείναι απορίας άξιον. Δεν ήξερε; Έτσι είναι πια η Μύκονος, πράγματι οι μεθυσμένοι κατουράνε όπου βρούνε (η μπύρα είναι και διουρητική βλέπετε) και οι περισσότεροι επισκέπτες την βγάζουνε με σουβλάκια και γύρο, άντε και καμιά κρέπα. Για να πας σε «καλό» εστιατόριο στη Μύκονο πρέπει να πληρώσεις τιμές δυσανάλογεςμε αυτό που θα σου σερβίρουνε – και πρέπει να είσαι «φορτωμένος», να έχεις άνεση, να μη σε νοιάζουν τα λεφτά. Οι περισσότεροι όμως τουρίστες, Έλληνες ή ξένοι, είναι «περίεργοι» που πάνε στο νησί για να δούνε τους «επώνυμους» και το μπάτζετ τους είναι πολύπεριορισμένο. Δεν πάς στην Μύκονο για να χαλαρώσεις, να ξεκουραστείς, να απολαύσεις τη φύση, να φας καλά, να κολυμπήσεις, να κάνεις «διακοπές». Πας για εντελώς άλλους λόγους πιά –εκτός αν έχεις το σπιτάκι σου και τη βγάζεις εντελώς αλλοιώς, οπότε όλα αυτά που τόσο ενοχλήσανε την συμπαθή «αναγνώστρια» του protagon ούτε που τα παρατηρείς. Ξέρεις πού θα πάς να κολυμπήσεις σχετικά ήσυχα και πού θα φας σχετικά καλά και ποιο μαγαζί δεν θα σου δώσει μπόμπα να πιείς να τεζάρεις. Αν δεν τα ξέρεις αυτά απλώς το ρισκάρεις. Είναι ρίσκο πια η Μύκονος για τους… αμύητους. Είτε πάνε για να «τα σπάσουν», είτε πάνε για να εργαστούν. Και πάντως δεν δικαιολογείται ξαφνικά στα μέσα Ιουλίου του 2014 να ανακαλύπτεις ότι η Μύκονος έχει ξεπέσει. Γλιστράμε πάνω στους εμετούς (εκεί που περπατάγαμε ξυπόλυτοι) από τα τέλη της δεκαετίας του '80 – για να μην σας πω και από τις αρχές της δεκαετίας του '80. Κι’ όμως. Το αγαπάμε πάντα το νησί – με όλα του τα ελαττώματα. Όπως αγαπάμε και τους φίλους μας, με τα καλά τους και τα στραβά τους. Οπότε νομίζω και εγώ πως η «αναγνώστρια» κ. Καλλιόπη Θεοδωροπούλου καλό θα ήτανε να προχωρήσει προς το Μονακό όπου οπωσδήποτε τα πράγματα είναι πολύ πιο συμμαζεμένα.
 Τι την ήθελε την Μύκονο;

1 σχόλιο: