Είναι πολύ λογικό ο Έλληνας να αισθάνεται πικραμένος, σκασμένος, μπουχτισμένος. Είναι πολύ λογικό, μέσα σε όλη αυτή την φορολογική καταιγίδα και τους δείκτες ανεργίας και τις αλλεπάλληλες πιέσεις που δέχεται το εισόδημά του, να αισθάνεται αβοήθητος, ανυπεράσπιστος, φοβισμένος. Και είναι πολύ λογικό να τον πλημμυρίζει η οργή. Η οργή όμως, παρότι συχνά σε κάνει να νιώθεις ζωντανός, είναι το πιο ύπουλο δηλητήριο της ψυχής. Είναι «το αφροδισιακό του σκότους», όπως έχει γράψει ο Χένρι Μίλλερ, η σπίθα που μπορεί να φτιάξει έναν επαναστάτη αλλά και έναν παρία που καίει τον εαυτό του σαν κερί, και είναι επίσης το προπύργιο του χειρότερου ναρκωτικού που μπορεί να εθίσει μια ολόκληρη κοινωνία: του μίσους.
Όλοι έχουμε νιώσει οργή τα τελευταία χρόνια. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους, αν και οι λόγοι δεν είναι και πολύ διαφορετικοί. Σε κάθε οικογένεια έχει επιβληθεί μια αδικία, μεγάλη ή μικρή. Και το καλοκαίρι είναι συνήθως η εποχή που αισθάνεσαι αυτή την αδικία. Άλλος είχε ένα επίδομα αδείας που κόπηκε. Άλλος μια σύνταξη που μειώθηκε. Άλλος είχε κάποτε μια δουλειά και έναν μισθό. Άλλος μπορούσε να κάνει κάποτε ό,τι τραβούσε η ψυχή του. Ναι, το καλοκαίρι του 2014, όπως και το καλοκαίρι του 2013 και το καλοκαίρι του 2012, είναι η πιο σκληρή δοκιμασία του έτους. Περιμένεις να πάρεις μιαν ανάσα και πρέπει να πληρώσεις την ΔΕΗ, την πρώτη δόση της εφορίας, το ένα, το άλλο, και είναι λογικό να είσαι οργισμένος που δεν σου περισσεύει μισή δεκάρα, είναι λογικό να σε καίει ο θυμός επειδή κάποτε είχες και τώρα δεν έχεις.
Οπότε είναι απολύτως λογικό να απαιτείς δικαιοσύνη. Και να στρέφεσαι εναντίον εκείνων που έχουν όταν φοροδιαφεύγουν, όταν βρίσκονται στο εδώλιο κάποιου δικαστή επειδή έκλεψαν, όταν αντιμετωπίζονται από το κράτος με επιείκεια την στιγμή που εσύ ματώνεις. Αυτό θα έκαναν οι λογικοί Έλληνες υπό την επήρεια της οργής. Ωστόσο, εδώ και δύο-τρία χρόνια, στην ψίχα ενός μεγάλου μέρους αυτού του λαού έχει παρεισφρήσει το μίσος και τα επιχειρήματα χάνονται. Στην συνείδησή μας έχει ποινικοποιηθεί ο πλούτος, στρεφόμαστε εναντίον εκείνων που έχουν, επειδή απλώς έχουν. Και μας ενοχλεί η μόστρα τους, η φιγούρα τους, όχι επειδή τρέχει κάτι παράνομο με αυτό, αλλά γιατί εμείς δεν είμαστε στην ίδια θέση με κείνους. Πρόκειται για έναν εμφύλιο αστικής (ούτε καν ταξικής) σημασίας, όπου το ζητούμενο είναι γιατί έχει εκείνος και όχι εγώ – γιατί εκείνος μπορεί να φάει μια στακομακαρονάδα των πεντακοσίων ευρώ ακούγοντας τον Αντώνη Ρέμο και τον Χούλιο Ιγκλέσιας στην Ψαρρού της Μυκόνου, ενώ εγώ δεν μπορώ. Και έτσι χάνεται η μπάλα. Σε αντίστοιχη συναυλία του παρελθόντος, όπου οι σαμπάνιες των πενήντα χιλιάδων ευρώ χύνονταν επιδεικτικά στην άμμο, οι ενστάσεις που μπορούσες να διατυπώσεις ήταν δύο. Η μία ήταν (και θα είναι πάντα) αισθητική, το αν σου αρέσει αυτού του είδους η διασκέδαση, με ανθρώπους που έχουν ανάγκη να χύνουν σαμπάνιες των πενήντα χιλιάδων ευρώ στην άμμο. Η δεύτερη, η ουσιαστική ένσταση ήταν εάν το κράτος είχε λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα έτσι ώστε να υπάρχει φορολογικός έλεγχος στις χιλιάδες, στα εκατομμύρια ευρώ που αλλάζουν χέρια σε ένα τέτοιο βράδυ. Εάν το κράτος δεν είχε λάβει αυτά τα μέτρα, είχες κάθε δικαίωμα να νιώσεις οργισμένος. Και ήσουν. Ήταν πολύ λογικό να είσαι οργισμένος τότε. Εκείνο που δεν είναι πολύ λογικό σήμερα είναι να είσαι οργισμένος όταν έχουν ληφθεί όλα αυτά τα μέτρα. Σημαίνει ότι το πρόβλημά σου δεν είναι ο έλεγχος του πλούτου, αλλά ο πλούτος καθαυτός. Τι σε νοιάζει, όμως, πώς διασκεδάζουν κάποιοι, και πώς ξοδεύουν τα χρήματά τους, όταν η διαδικασία είναι απολύτως νόμιμη, όταν είναι παρούσα η ελεγκτική αρχή;
Προχθές, στην συναυλία του Αντώνη Ρέμου και του Χούλιο Ιγκλέσιας στην Ψαρρού, ο ΣΔΟΕ ήταν παρών από την αρχή μέχρι το τέλος. Κάπου μισό εκατομμύριο ευρώ ήταν το κέρδος του κράτους. Μια χαρά, λέω εγώ. Ο τζίρος της βραδιάς άγγιξε τα δύο εκατομμύρια. Πάλι μια χαρά. Θέλω να πω, γιατί θα πρέπει να με ενοχλεί μια διαδικασία που είναι νομότυπη, που στο τέλος της αποδόθηκε ο ΦΠΑ, που το κράτος βγήκε ωφελημένο; Επειδή η μία θέση σε μπροστινό τραπέζι κόστιζε χίλια ευρώ; Τι με αφορά εάν κάποιοι Ρώσοι, Άραβες, Έλληνες, ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, μπορούν να δώσουν αυτά τα χρήματα για μια θέση; Μπορούν, και το κάνουν. Εγώ που δεν μπορώ, θα βάλω ένα cd του φίλου μου του Αντώνη, και θα βάλω μετά και ένα cd του Χούλιο, και θα τα απολαύσω με τον δικό μου τρόπο. Γιατί όλα έχουν να κάνουν με τον τρόπο. Δεν ποινικοποιείς την αισθητική του άλλου, το πορτοφόλι του, τα χούγια του. Ποινικοποιείς μόνο την διαφυγή από τον έλεγχο.
Εν κατακλείδι, χάρηκα για ό,τι έγινε προχθές στην Μύκονο. Χάρηκα που επιτέλους το κράτος απέδειξε ότι υπάρχει. Χάρηκα που ο Ρέμος συνεργάστηκε με έναν καλλιτέχνη ο οποίος έχει τραγουδήσει μαζί με τον Φρανκ Σινάτρα, τον Γουίλι Νέλσον, τον Τόνι Μπένετ. Χάρηκα που βλέπω παχυλά πορτοφόλια να δίνουν ανάσα στον τουρισμό μας. Επίσης χάρηκα που δεν ήμουν εκεί, γιατί στην συγκεκριμένη παραλία η μία ξαπλώστρα είναι πάνω στην άλλη και τα ξεφαντώματα των θαμώνων της μου κάνουν αρκετά κιτς, και θα μου ήταν τόσο ανυπόφορα που θα ήθελα να φύγω στο πεντάλεπτο. Αλλά αυτό αφορά την αισθητική. Όχι την ουσία.
Στέφανος Δάνδολος
Στέφανος Δάνδολος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου