Η συνάντηση της Χριστιάνας Παπαγεωργίου με τον Τούρκο δισεκατομμυριούχο Φερίτ Σαχένκ, το ιδιωτικό συμφωνητικό και η υπαναχώρηση της τούρκικης πλευράς ως προς το τίμημα
του Γιώργου Ι. Δημητρομανωλάκη
Προ ολίγων εβδομάδων σε ένα από τα ζεστά βράδια του καλοκαιριού στο κοσμικό εστιατόριο «Matsuhisa» στη Μύκονο η ιδιοκτήτρια του πολυτελούς ξενοδοχείου «Santa Marina» Χριστιάνα Παπαγεωργίου κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον πανίσχυρο άνδρα του Dogus Group Φερίτ Σαχένκ.
Προ ολίγων εβδομάδων σε ένα από τα ζεστά βράδια του καλοκαιριού στο κοσμικό εστιατόριο «Matsuhisa» στη Μύκονο η ιδιοκτήτρια του πολυτελούς ξενοδοχείου «Santa Marina» Χριστιάνα Παπαγεωργίου κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον πανίσχυρο άνδρα του Dogus Group Φερίτ Σαχένκ.
Ο 45χρονος είναι ο πλουσιότερος άνδρας της Τουρκίας, με περιουσία πάνω από 3,5 δισ. δολάρια και είχε βρεθεί για λίγες ημέρες στο Νησί των Ανέμων με σκοπό να διαπραγματευτεί την εξαγορά του μυθικού ξενοδοχείου που έχτισε τη δεκαετία του 1980 ο πατέρας της Χριστιάνας, Ηλίας Παπαγεωργίου.
Λίγες ώρες αργότερα οι δύο πλευρές υπογράφουν ένα συμφωνητικό (MOU) με σκοπό να ξεκινήσουν συζητήσεις προκειμένου να βρεθεί η χρυσή τομή ώστε το «Santa Marina» να αποτελέσει έναν ακόμη «διαμαντένιο κρίκο» στην αλυσίδα της Dogus. Οι δύο πλευρές προτού υπογραφεί το ιδιωτικό συμφωνητικό περί έναρξης αποκλειστικών συζητήσεων θεωρούσαν ότι το τίμημα για το ξενοδοχείο, το οποίο βρίσκεται σε έκταση περίπου 60 στρεμμάτων στον Ορνό, θα κινούνταν μεταξύ 100-120 εκατ. ευρώ. Προφανώς ο επικεφαλής του ομίλου θεωρεί την περαιτέρω εξάπλωση της Dogus στην Ελλάδα δεδομένη.
Tα τελευταία χρόνια η τούρκικη πολυεθνική, με παρουσία εκτός από τον τουρισμό στις τράπεζες, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης κ.ά., έχει εξαγοράσει από κοινού με τη Lamda Development του ομίλου Λάτση τις μαρίνες του Φλοίσβου και της Κέρκυρας, ενώ συμμετέχει και στην κοινοπραξία που εξαγόρασε τον «Αστέρα» της Βουλιαγμένης. Το «Santa Marina» θεωρείται -και δικαίως- από τον πολυσχιδή Τούρκο επιχειρηματία ένα «διαμάντι» της τουριστικής βιομηχανίας. Και γι’ αυτό έχει αποφασίσει να το αγοράσει.
Το συγκεκριμένο είναι άλλωστε ένα από τα πλέον εμβληματικά ξενοδοχεία της Ελλάδας. Χτισμένο στην πλαγιά του Ορνού, διαθέτει μία από τις ωραιότερες παραλίες του νησιού και γι’ αυτό ο αμερικανοσπουδαγμένος Σαχένκ προφανώς θέλει να το ενσωματώσει στην επιχειρηματική του φαρέτρα.
Οι πρώτες συζητήσεις ξεκίνησαν με την ελληνική πλευρά να ζητάει 120 εκατ. ευρώ, καθώς στη συμφωνία συμπεριλαμβανόταν και το «Santa Marina» της Αράχοβας. Ωστόσο η τούρκικη πλευρά θεώρησε δίκαιο τίμημα τα 100 εκατ. ευρώ, καθώς ο τζίρος του ξενοδοχείου της Μυκόνου εκτιμάται για το 2014 ότι θα κινηθεί πέριξ των 10 εκατ. ευρώ.
Η πλευρά της κυρίας Παπαγεωργίου συμφώνησε σε αυτό κι έτσι οι συζητήσεις ξεκίνησαν. Ωστόσο, με την πάροδο κάποιων ημερών η τούρκικη πλευρά αποφάσισε να μειώσει την προσφορά της στα 80 εκατ., κίνηση που, όπως λέγεται, «θεωρήθηκε unfair από την πλευρά της ιδιοκτήτριας». Προφανώς ο Τούρκος επιχειρηματίας πόνταρε στο γεγονός ότι η κυρία Παπαγεωργίου θα δεχόταν την προσφορά.
Επεσε όμως έξω. Η διεθνής πρακτική αναφέρει ότι η αξία μιας επιχείρησης που τζιράρει ετησίως περί τα 10 εκατ. ευρώ υπολογίζεται περίπου σε 10-12 φορές τον τζίρο της. Με βάση αυτό λοιπόν η πλευρά Παπαγεωργίου θεώρησε ότι το νέο τίμημα ήταν ιδιαίτερα χαμηλό.
Η απάντηση της σιδηράς κυρίας, η οποία προ μηνών προχώρησε σε πλήρη ανακαίνιση της ξενοδοχειακής μονάδας κόστους 2,5 εκατ. ευρώ, ήταν αρνητική. Προφανώς η μπλόφα της τούρκικης πλευράς δεν έπιασε.
Η ίδια η κυρία Παπαγεωργίου τα τελευταία χρόνια έχει αποδείξει ότι στα χέρια της αυτό το μεγάλο ξενοδοχείο δουλεύει σαν ελβετικό ρόλοι. Φέτος ο τζίρος του εκτιμάται ότι θα υπερβεί τα 10 εκατ. ευρώ, όντας σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Μάλιστα το φετινό καλοκαίρι έμειναν σε αυτό διάσημοι ηθοποιοί, αθλητές και επιχειρηματίες. Εκτός από τα «Santa Marina», η κυρία Παπαγεωργίου διαθέτει στο χαρτοφυλάκιό της και τέσσερα πλοία ξηρού φορτίου.
Το ξενοδοχείο που άλλαξε την εικόνα της Μυκόνου
Το «Santa Marina» ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1984, αλλάζοντας την εικόνα της Μυκόνου. Ηταν το πρώτο ξενοδοχείο στο νησί που είχε οργανωµένη μαρίνα για τα σκάφη των πλούσιων και ισχυρών φίλων του ιδρυτή του Ηλία Παπαγεωργίου, ανθρώπων από τα παλιά ελληνικά τζάκια, όπως οι Εµπειρίκοι και οι Γουλανδρήδες.
Ακόµη και σήµερα είναι το µόνο ξενοδοχείο που έχει ελικοδρόµιο, ενώ ο ιδρυτής ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε τη λογική των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων συνδυάζοντάς τη µε την αρχιτεκτονική της Μυκόνου.
«Μέχρι και άµµο µετέφερε για να φτιάξει την παραλία», θυµάται παλαιός φίλος της οικογένειας από το νησί, κάτι που προκάλεσε τις αντιδράσεις των Μυκονιατών οι οποίοι δεν έβλεπαν µε καλό µάτι τις εκκεντρικότητες του καινούριου ξενοδόχου.
Ακόµη και σήµερα είναι το µόνο ξενοδοχείο που έχει ελικοδρόµιο, ενώ ο ιδρυτής ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε τη λογική των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων συνδυάζοντάς τη µε την αρχιτεκτονική της Μυκόνου.
«Μέχρι και άµµο µετέφερε για να φτιάξει την παραλία», θυµάται παλαιός φίλος της οικογένειας από το νησί, κάτι που προκάλεσε τις αντιδράσεις των Μυκονιατών οι οποίοι δεν έβλεπαν µε καλό µάτι τις εκκεντρικότητες του καινούριου ξενοδόχου.
Ο Ηλίας Παπαγεωργίου δεν γεννήθηκε ούτε πλούσιος ούτε ισχυρός
Μεγάλωσε όµως βλέποντας τη θάλασσα στον Πειραιά και ακούγοντας τις ιστορίες του ναυτικού πατέρα του. Αποφάσισε να πάει κι εκείνος στη σχολή εµποροπλοιάρχων στην Υδρα και το 1959 µπάρκαρε καπετάνιος για το πρώτο του ταξίδι. Μέσα σε λίγα χρόνια ο Ηλίας ξεκινάει να αγοράζει μερίδια σε μικρά εµπορικά πλοία και το 1968 γίνεται συνιδιοκτήτης της εταιρείας Transoceanic Shipping Company παίρνοντας δύο καράβια. Μέχρι το 1975 έχει αποκτήσει 5 τάνκερ και 2 πλοία γενικού φορτίου και οι εφοπλιστικοί κύκλοι τον θεωρούν πια δικό τους. Από τους παλιότερους μαθαίνει τι σηµαίνει να είσαι καπετάνιος και έξω από τη θάλασσα. Το 1980 μένει µόνος στην Transoceanic, ενώ μοιράζει τη ζωή του ανάµεσα στον Πειραιά, τη Βραζιλία και το Λονδίνο. Το 1987 αλλάζει το όνοµα της εταιρείας του σε Sea Justice S.A. Ανθρωπος των συµβολισµών, ονοµάζει τα τρία πλοία του που μεταφέρουν χύµα φορτίο «Fearless» (Αφοβος), «Endless» (Ατελείωτος) και «Invader 1» (Εισβολέας).
Από τους παλιούς εφοπλιστές δεν μαθαίνει µόνο τα μυστικά της ναυτιλίας και τον σεβασµό στην ελληνική σηµαία («ήταν πολύ περήφανος Ελληνας και πατριώτης», λένε οι φίλοι του), αλλά κολλάει και το μικρόβιο του τουρισµού. Σκέφτεται λοιπόν να µπει στα ξενοδοχεία, όπως έκαναν οι Χανδρήδες και ο Καρράς (το 1975 οι εφοπλιστές έλεγχαν το 20% των ξενοδοχειακών μονάδων στην Ελλάδα) και το καλοκαίρι του 1979, φτάνοντας από τη Σύρο στο λιµάνι του Ορνού µε το σκάφος του, αποφασίζει ότι η Μύκονος δεν είναι το νησί όπου θα κάνει μόνο τις διακοπές του, αλλά ο τόπος όπου θα ζήσει τη ζωή του.
Αγοράζει λοιπόν ένα κτήµα κι εκεί χτίζει το πρώτο του σπίτι, στο οποίο μένει µε την οικογένειά του (µαζί του είναι και η κόρη του Χριστιάνα, καρπός του πρώτου του γάµου µε τη Λένα Ησαΐα). Καλεί φίλους του που φτάνουν στον Ορνό µε τα σκάφη τους, ενώ φιλοξενεί άλλους που κάνουν διακοπές στο νησί. Το σπίτι πια δεν τους χωράει. Αποφασίζει να χτίσει ακόμη ένα, δίπλα στο δικό του, για να το κάνει ξενώνα. Σιγά-σιγά αγόρασε όλη αυτή την έκταση και ο μικρός ξενώνας οδήγησε στη δηµιουργία του πρώτου luxury ξενοδοχείου του νησιού, µε τους πιο ωραίους εξωτερικούς χώρους. Η συγκεκριµένη έκταση ανήκε παλιότερα στον αδελφό της πριγκίπισσας Μαρίνας, Μιχαήλ, ο οποίος έχτισε προς τιµήν της ένα εκκλησάκι και το ονόµασε Αγία Μαρίνα.
Μεγάλωσε όµως βλέποντας τη θάλασσα στον Πειραιά και ακούγοντας τις ιστορίες του ναυτικού πατέρα του. Αποφάσισε να πάει κι εκείνος στη σχολή εµποροπλοιάρχων στην Υδρα και το 1959 µπάρκαρε καπετάνιος για το πρώτο του ταξίδι. Μέσα σε λίγα χρόνια ο Ηλίας ξεκινάει να αγοράζει μερίδια σε μικρά εµπορικά πλοία και το 1968 γίνεται συνιδιοκτήτης της εταιρείας Transoceanic Shipping Company παίρνοντας δύο καράβια. Μέχρι το 1975 έχει αποκτήσει 5 τάνκερ και 2 πλοία γενικού φορτίου και οι εφοπλιστικοί κύκλοι τον θεωρούν πια δικό τους. Από τους παλιότερους μαθαίνει τι σηµαίνει να είσαι καπετάνιος και έξω από τη θάλασσα. Το 1980 μένει µόνος στην Transoceanic, ενώ μοιράζει τη ζωή του ανάµεσα στον Πειραιά, τη Βραζιλία και το Λονδίνο. Το 1987 αλλάζει το όνοµα της εταιρείας του σε Sea Justice S.A. Ανθρωπος των συµβολισµών, ονοµάζει τα τρία πλοία του που μεταφέρουν χύµα φορτίο «Fearless» (Αφοβος), «Endless» (Ατελείωτος) και «Invader 1» (Εισβολέας).
Από τους παλιούς εφοπλιστές δεν μαθαίνει µόνο τα μυστικά της ναυτιλίας και τον σεβασµό στην ελληνική σηµαία («ήταν πολύ περήφανος Ελληνας και πατριώτης», λένε οι φίλοι του), αλλά κολλάει και το μικρόβιο του τουρισµού. Σκέφτεται λοιπόν να µπει στα ξενοδοχεία, όπως έκαναν οι Χανδρήδες και ο Καρράς (το 1975 οι εφοπλιστές έλεγχαν το 20% των ξενοδοχειακών μονάδων στην Ελλάδα) και το καλοκαίρι του 1979, φτάνοντας από τη Σύρο στο λιµάνι του Ορνού µε το σκάφος του, αποφασίζει ότι η Μύκονος δεν είναι το νησί όπου θα κάνει μόνο τις διακοπές του, αλλά ο τόπος όπου θα ζήσει τη ζωή του.
Αγοράζει λοιπόν ένα κτήµα κι εκεί χτίζει το πρώτο του σπίτι, στο οποίο μένει µε την οικογένειά του (µαζί του είναι και η κόρη του Χριστιάνα, καρπός του πρώτου του γάµου µε τη Λένα Ησαΐα). Καλεί φίλους του που φτάνουν στον Ορνό µε τα σκάφη τους, ενώ φιλοξενεί άλλους που κάνουν διακοπές στο νησί. Το σπίτι πια δεν τους χωράει. Αποφασίζει να χτίσει ακόμη ένα, δίπλα στο δικό του, για να το κάνει ξενώνα. Σιγά-σιγά αγόρασε όλη αυτή την έκταση και ο μικρός ξενώνας οδήγησε στη δηµιουργία του πρώτου luxury ξενοδοχείου του νησιού, µε τους πιο ωραίους εξωτερικούς χώρους. Η συγκεκριµένη έκταση ανήκε παλιότερα στον αδελφό της πριγκίπισσας Μαρίνας, Μιχαήλ, ο οποίος έχτισε προς τιµήν της ένα εκκλησάκι και το ονόµασε Αγία Μαρίνα.
Πηγή:newmoney.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου