Αυτή η όμορφη Ελλάδα προ κρίσης, η αγγελικά πλασμένη
Τελευταία διαβάζω και ακούω για μια όμορφη Ελλάδα πριν την κρίση, για το όνειρο μιαςόμορφης Ελλάδας μετά την κρίση. Κι αν ακόμα διατηρώ τις επιφυλάξεις μου για το δεύτερο, ξέρω *σίγουρα* ότι το πρώτο δεν υπήρξε ποτέ.
Οι καιροί είναι δύσκολοι.
Μέχρι και η εφημερίδα Guardian το έχει πάρει χαμπάρι (αν και είναι από τις πιο ευαίσθητες στα θέματα της Ελλάδας).
Λόγω των αναρτήσεων μου για την Αγγλία, το βλέπω κι εγώ πολύ έντονα. Οι ερωτήσεις που παίρνω εδώ και δυο-τρία χρόνια τουλάχιστον δεν είναι από φοιτητές όπως παλιά, είναι από ένα σωρό ανθρώπους που αντιμετωπίζουν το αδιέξοδο της Ελληνικής ανεργίας.
Το βλέπουμε και στην κοινότητα στο Λονδίνο. Οι νέοι είναι πολλοί, ένα ετερόκλητο πλήθος από ανθρώπους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα για να επιβιώσουν.
Βοηθάμε όλοι, όσο μπορούμε. Με συμβουλές, με ιδέες, έστω με ένα τηλέφωνο για καφέ, κάνουμε ό,τι μπορούμε. Όχι επειδή έχει αλλάξει κάτι. Αλλά επειδή είναι ρόδα και γυρίζει – κάποιος μας βοήθησε όταν ήρθαμε, κάποιον θα βοηθήσουμε όταν θα έρθει.
Μέσα από τα πράγματα που διαβάζω και ακούω υπάρχει και κάτι που μου προκαλεί μεγάλη έκπληξη. Η πεποίθηση ότι η Ελλάδα πριν την κρίση δεν έδιωχνε τα παιδιά της και ότι μετά την κρίση τα παιδιά αυτά θα επιστρέψουν. Επειδή δεν έχω τη γυάλινη σφαίρα, μου είναι δύσκολο να αμφισβητήσω το δεύτερο (επέτρεψε μου να είμαι πολύ επιφυλακτική βέβαια, λόγω εμπειρίας).
Το πρώτο όμως γνωρίζω ότι δεν είναι αλήθεια. Όχι πως η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη για πάρα πολύ κόσμο. Ήταν όμως πλασματικά καλύτερη για αρκετούς από εμάς.
Έφυγα το 2002. Δεν προέβλεψα την κρίση. Ένιωσα όμως (γιατί νοίκιαζα διαμέρισμα και πλήρωνα φόρους και δούλευα) τα βασικά προβλήματα της χώρας. Τη γραφειοκρατία, την έλλειψη αξιοκρατίας, το πόσο μικρή είναι η αγορά, το πόσο λίγα πράγματα προσέφερε για εκπαίδευση και επιμόρφωση. Ένιωσα το πελατειακό κράτος, τον παραλογισμό των δημόσιων υπηρεσιών. Ένιωσα ακόμα την έλλειψη ευκαιριών και την ασφυξία του να ζεις σε μια χώρα που δεν έχει κανένα international outlook που λένε και στο χωριό μου. Όταν αυτά πολύ πριν την κρίση.
Δεν είχε καλά πράγματα η Ελλάδα; Ένα σωρό. Την οικογένεια, τους φίλους, τα χαμηλά νοίκια, τις βραδιές στα Εξάρχεια, τις μουσικές στο Γκάζι… κι ένα σωρό άλλα. Που ξέρεις, αναλόγως τί προσπαθείς να κάνεις με τη ζωή σου, μπορεί να μη σου φτάνουν. Εμένα πάντως, δε μου έφταναν.
Με στεναχωρεί όταν βλέπω φίλους νέους στο εξωτερικό να μην αντέχουν – όχι λόγω του οικονομικού και των δυσκολιών του εξωτερικού. Αλλά κυρίως λόγω μιας περίεργης νοσταλγίας για μια χώρα του παρελθόντος. Και νομίζω ότι φυλακίζονται σε μία ιδέα. Γίνονται λίγο σαν τις παλιές παροικιακές κοινότητες που πίστευαν το 1990 ότι η Ελλάδα είχε ακόμα χωμάτινους δρόμους και παρθένες νύφες. Δεν ξέρω δηλαδή αν οι “καλύτερες εποχές” στα οικονομικά, προσδίδουν μια πατίνα πλασματικής τελειότητας σε μια εποχή που – όπως και να το κάνουμε – τα πράγματα δεν ήταν τέλεια.
Μετά από τόσα χρόνια στο εξωτερικό, μετά από τόσες συζητήσεις και ανθρώπους και καταστάσεις ξέρω ότι η νοσταλγία πονάει. Αυτό που δεν πονάει, αυτό που επιτρέπει σε μένα να προχωράω και να πηγαίνω μπροστά και να είμαι ευτυχισμένη είναι η ψυχρή ανάλυση των δικών μου εμπειριών. Δυο λίστες αν θέλεις.
Στη μία τα πράγματα που δεν μπορούσα να ανεχτώ στην Ελλάδα.
Στην άλλη τα πράγματα που αγαπούσα στην Ελλάδα.
Η πρώτη ήταν πάντα πιο μεγάλη.
Μπορεί να αλλάξει αυτό κάποτε; Μπορεί.
Εν τω μεταξύ όμως, φτου ξελευτερία πουτάνα νοσταλγία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου